Ἕνας ἀδελφὸς ρώτησε τὸν ἀββᾶ Μακάριο τὸν μέγα σχετικὰ μὲ τὴν τελειότητα. Καὶ ἀπάντησε ὁ Γέροντας τὰ ἑξῆς:
«Δεν μπορεῖ νὰ εἶναι κανεὶς τέλειος, ἐὰν δὲν ἀποκτήσει ταπείνωση μεγάλη στὴν καρδιὰ καὶ στὸ σῶμα, ἐὰν δὲν μάθει δηλαδή:
Νὰ μὴν ὑπολογίζει τὸν ἑαυτό του σὲ καμιὰ περίπτωση ἀλλὰ νὰ προτιμᾷ νὰ βάζει ταπεινὰ τὸν ἑαυτό του χαμηλότερα ἀπ᾿ ὅλη τὴν κτίση, νὰ μὴν κρίνει διόλου κάποιον, παρὰ μόνο τὸν ἑαυτό του, νὰ ὑπομένει τὴν καταφρόνια καὶ νὰ ἀποστρέφεται ὁλόψυχα κάθε κακία.
Νὰ βιάζει τὸν ἑαυτό του να᾿ ναι μακρόθυμος, ἀγαθός, ν᾿ ἀγαπᾷ τοὺς ἀδελφούς, νὰ εἶναι σώφρων, νὰ κυριαρχεῖ στὸν ἑαυτό του, γιατὶ λέει ἡ ἁγία Γραφὴ «ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν ἀνήκει σ᾿ αὐτοὺς ποὺ ἀσκοῦν βία στὸν ἑαυτό τους καὶ αὐτοὶ οἱ ἀγωνιστὲς τὴν κερδίζουν».
Νὰ βλέπει ἴσια μὲ τὰ μάτια, νὰ φρουρεῖ τὴ γλῶσσα καὶ ν᾿ ἀποφεύγει ν᾿ ἀκούει μάταια πράγματα ποὺ φθείρουν τὴν ψυχή.
Τὰ χέρια νὰ κινοῦνται γιὰ νὰ κάνουν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἡ καρδιὰ νὰ εἶναι καθαρὴ ἔναντι τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ σῶμα ἀμόλυντο, νὰ ἔχει τὴ μνήμη τοῦ θανάτου καθημερινά, ν᾿ ἀποκηρύσσει τὴν ἐσωτερικὴ ὀργὴ καὶ κακία.
Νὰ ἀποτάσσεται τὰ ὑλικὰ καὶ τὶς σαρκικὲς ἡδονές, νὰ ἀποτάσσεται τὸ διάβολο καὶ ὅλα τὰ ἔργα αὐτοῦ καὶ νὰ συντάσσεται σταθερὰ μὲ τὸν Βασιλιὰ τῶν πάντων Θεὸ καὶ μ᾿ ὅλες τὶς ἐντολές του, νὰ προσεύχεται ἀδιάκοπα καὶ νὰ παραμένει κοντὰ στὸν Θεὸ πάντοτε, σὲ κάθε περίσταση καὶ σὲ κάθε ἐργασία».
«Δεν μπορεῖ νὰ εἶναι κανεὶς τέλειος, ἐὰν δὲν ἀποκτήσει ταπείνωση μεγάλη στὴν καρδιὰ καὶ στὸ σῶμα, ἐὰν δὲν μάθει δηλαδή:
Νὰ μὴν ὑπολογίζει τὸν ἑαυτό του σὲ καμιὰ περίπτωση ἀλλὰ νὰ προτιμᾷ νὰ βάζει ταπεινὰ τὸν ἑαυτό του χαμηλότερα ἀπ᾿ ὅλη τὴν κτίση, νὰ μὴν κρίνει διόλου κάποιον, παρὰ μόνο τὸν ἑαυτό του, νὰ ὑπομένει τὴν καταφρόνια καὶ νὰ ἀποστρέφεται ὁλόψυχα κάθε κακία.
Νὰ βιάζει τὸν ἑαυτό του να᾿ ναι μακρόθυμος, ἀγαθός, ν᾿ ἀγαπᾷ τοὺς ἀδελφούς, νὰ εἶναι σώφρων, νὰ κυριαρχεῖ στὸν ἑαυτό του, γιατὶ λέει ἡ ἁγία Γραφὴ «ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν ἀνήκει σ᾿ αὐτοὺς ποὺ ἀσκοῦν βία στὸν ἑαυτό τους καὶ αὐτοὶ οἱ ἀγωνιστὲς τὴν κερδίζουν».
Νὰ βλέπει ἴσια μὲ τὰ μάτια, νὰ φρουρεῖ τὴ γλῶσσα καὶ ν᾿ ἀποφεύγει ν᾿ ἀκούει μάταια πράγματα ποὺ φθείρουν τὴν ψυχή.
Τὰ χέρια νὰ κινοῦνται γιὰ νὰ κάνουν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἡ καρδιὰ νὰ εἶναι καθαρὴ ἔναντι τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ σῶμα ἀμόλυντο, νὰ ἔχει τὴ μνήμη τοῦ θανάτου καθημερινά, ν᾿ ἀποκηρύσσει τὴν ἐσωτερικὴ ὀργὴ καὶ κακία.
Νὰ ἀποτάσσεται τὰ ὑλικὰ καὶ τὶς σαρκικὲς ἡδονές, νὰ ἀποτάσσεται τὸ διάβολο καὶ ὅλα τὰ ἔργα αὐτοῦ καὶ νὰ συντάσσεται σταθερὰ μὲ τὸν Βασιλιὰ τῶν πάντων Θεὸ καὶ μ᾿ ὅλες τὶς ἐντολές του, νὰ προσεύχεται ἀδιάκοπα καὶ νὰ παραμένει κοντὰ στὸν Θεὸ πάντοτε, σὲ κάθε περίσταση καὶ σὲ κάθε ἐργασία».