Sunday, March 15, 2020

Ο δαιμονισμένος ελευθερώθηκε τελείως…


Την ίδια εποχή, ένας νέος, παιδί κάποιου πλουσίου από το Μεσολόγγι, εδαιμονίζετο.

Τον έφεραν οι γονείς του στην Θεοτόκο να γιατρευθή και έπειτα να παραμείνη στο Μοναστήρι ως καλόγηρος.

Ο δαιμονισμένος είχε φοβερό δαιμόνιο.

Με το στόμα του πάσχοντος ωμιλούσε ο σατανάς. Πολλάκις εφανέρωνε εις τους παρόντας όσα ήσαν μακρυνά και απόντα.

Μη γνωρίζοντες τι να πράξουν, απεφάσισαν οι πατέρες της Μονής να ερωτήσουν και να συμβουλευθούν σχετικά τον σοφώτατον Αναστάσιον Γόρδιον. Έστειλαν λοιπόν εις τον Γόρδιον ένα συγγενή του πάσχοντος, δια να ερωτήση.

Ο σοφός εκείνος διδάσκαλος του αποκρίθηκε Ευαγγελικώς:

– «Τούτο το γένος ουκ Εκπορεύεται, ειμή εν Προσευχή και Νηστεία».

Πρίν να επιστρέψη ο απεσταλμένος εις την Μονήν, εβγήκε ο δαιμονιζόμενος από το κελλί των ασθενών και έλεγε εις τους Πατέρες.

– Ο άνθρωπος τον οποίον εστείλατε να ερωτήση δι’ εμένα έρχεται και είναι κάτω εις τον ποταμόν. Πηγαίνετε να τον ρωτήσετε.

Πράγματι, σε μιαν ώρα ήλθε και ο απεσταλμένος.

Τότε, οι Πατέρες ενήργησαν σύμφωνα με την απόκρισι του διδασκάλου, ή μάλλον του Ευαγγελίου. Και πρώτον μεν υπέβαλαν τον πάσχοντα εις την παθοκτόνον και δαιμονοκτόνον νηστείαν.

Του έδιδαν κάθε τρείς ημέρες ολίγο ψωμί και νερό και τίποτε άλλο, έως ότου αδυνάτισε πολύ το σώμα του.

Έπειτα τον συμβούλευσαν όταν αισθάνεται να τον καταλαμβάνη η ασθένεια, να προσεύχεται εις τον Ιησούν, και εις την Θεοτόκον.

Με αδίστακτη δε καρδιά και πίστι, έκαναν και αυτοί παρακλήσεις υπέρ αυτού.

Έτσι, έπειτα από λίγο καιρό, με την βοήθεια της Υπεραγιας Θεοτόκου, ελευθερώθηκε τελείως από το δαιμόνιον και έγινε ένας φρονιμώτατος και λογικώτατος άνθρωπος.